0

Αύξηση στις εξαγωγές φρούτων και λαχανικών αλλά και μεγάλη πτώση στις αντίστοιχες του ελαιολάδου καταγράφουν τα στοιχεία που έδωσε στη δημοσιότητα για το πρώτο τρίμηνο του 2014 ο Πανελλήνιος Σύνδεσμος Εξαγωγέων. Μάλιστα η πτώση στο ελαιόλαδο είναι τόσο μεγάλη –σε ποσοστό 74,2% σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα πέρυσι- που συμπαρασύρει και τη συνολική εικόνα των αγροτικών προϊόντων οι εξαγωγές των οποίων εμφανίζονται μειωμένες κατά 15,5%.

Τα στοιχεία έρχονται να επιβεβαιώσουν την εικόνα που έχουν καταγράψει σε σχετικά ρεπορτάζ τους η Agrenda και το Agronews. Η εγχώρια παραγωγή ελαιολάδου την εμπορική περίοδο 2013-2014  κυμάνθηκε λίγο πάνω από τους 120.000 τόνους, ουσιαστικά καλύπτοντας μόνο την εγχώρια ζήτηση.

Είναι χαρακτηριστικό ότι, στο σχετικό πίνακα με τα 20 πιο εξαγώγιμα προϊόντα, το παρθένο ελαιόλαδο έχει κατρακυλήσει στη 13η θέση από τη 2η που βρισκόταν στο αντίστοιχο διάστημα του 2013.

Άνοδο στη λίστα καταγράφουν τα ψάρια, τα λαχανικά (παρασκευασμένα ή διατηρημένα), το βαμβάκι και τα τυριά.

Επίσης, αξιοσημείωτη είναι η είσοδος στη λίστα των 100 πιο εξαγώγιμων προϊόντων της χώρας του σκληρού σιταριού (34η θέση), των μήλων (79η θέση), των ψεκαστικών γεωργίας και κηπουρικής (89η θέση), των διχτυών αλιείας (91η θέση), του ρυζιού (95η θέση) και των ζαχαρωδών προϊόντων (98η θέση).

Σε γενικές γραμμές, με βάση την ανάλυση του Πανελληνίου Συνδέσμου Εξαγωγέων και του Κέντρου Εξαγωγικών Ερευνών και Μελετών επί των προσωρινών στοιχείων της ΕΛΣΤΑΤ, οι ελληνικές εξαγωγές, συμπεριλαμβανομένων των πετρελαιοειδών, μειώθηκαν κατά 3,2% στο τρίμηνο Ιανουαρίου-Μαρτίου 2014 και η αξία τους διαμορφώθηκε σε 6,28 δισ. ευρώ.

Αν ωστόσο, εξαιρεθούν στον υπολογισμό τα πετρελαιοειδή, η μείωση των εξαγωγών για το τρίμηνο Ιανουαρίου-Μαρτίου 2014, είναι μεγαλύτερη και διαμορφώνεται στο -4,7%.

Σύμφωνα με την πρόεδρο του ΠΣΕ, Χριστίνα Σακελλαρίδη, «η επιβεβαίωση της κόπωσης των εξαγωγών συμπίπτει με πρόσφατη έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στην οποία γίνεται λόγος για τη θετική προοπτική των ελληνικών εξαγωγών, σε περίπτωση απελευθέρωσης εξωστρεφούς δυναμικού, με την άρση των αντικινήτρων, διοικητικής και γραφειοκρατικής φύσης».

«Είναι εξαιρετικά θετικό το γεγονός ότι οι Ευρωπαίοι εταίροι αναγνωρίζουν τη σημαντική πρόοδο που έχει συντελεστεί την τελευταία διετία στη χώρα σε επίπεδο διευκόλυνσης του εξωτερικού της εμπορίου και ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή υιοθετεί στοιχεία για εν δυνάμει αύξηση των ελληνικών εξαγωγών προϊόντων και υπηρεσιών κατά 30%, ήτοι κατά 16 δισ. ευρώ περίπου, τα οποία κατατέθηκαν για πρώτη φορά στο πρόσφατο Διεθνές Συνέδριο του ΠΣΕ», πρόσθεσε η κ. Σακελλαρίδη.

Σημείωσε, ωστόσο, πως θα πρέπει να ληφθεί υπ' όψιν ότι οι ελληνικές εξαγωγές προϊόντων αυξήθηκαν κατά 109% στη δεκαετία 2004-2013 και κατά 56,6% στην 5ετία 2009-2013, πριν ακόμη υλοποιηθούν οι σημαντικές αυτές μεταρρυθμίσεις, όπως καταγράφονται από τους Διεθνείς Οργανισμούς, αναδεικνύοντας για μία ακόμη φορά το κρίσιμο ζήτημα της ρευστότητας της αγοράς.

ο ζητούμενο, σύμφωνα με την επικεφαλής του ΠΣΕ, είναι να δρομολογηθούν άμεσα λύσεις διευκόλυνσης πρόσβασης των ελληνικών επιχειρήσεων σε νέες γραμμές χρηματοδότησης με ανταγωνιστικό κόστος, σε σχέση με τους ευρωπαίους εταίρους, καθώς και να μειωθούν βάρη από τη φορολογία, το μη μισθολογικό κόστος εργασίας και το κόστος ενέργειας.

«Ο συνδυασμός αυτών μεταρρυθμίσεων και αυτών των αναπτυξιακών κινήτρων είναι που θα απελευθερώσει το παραγωγικό δυναμικό της χώρας και θα επιτρέψει όχι μόνο την αύξηση κατά 30% των εξαγωγών προϊόντων και υπηρεσιών, αλλά και τον εκ νέου υπερδιπλασιασμό τους στα επίπεδα του 50% του ΑΕΠ», ανέφερε η κ. Σακελλαρίδη.

Ο χάρτης των εξαγωγών

Σύμφωνα με την ανάλυση του ΠΣΕ και του ΚΕΕΜ, στο πρώτο τρίμηνο του 2014 οι μεταβολές ως προς τους κύριους προορισμούς των ελληνικών εξαγωγών είναι εξαιρετικά περιορισμένες.

Η Τουρκία εξακολουθεί να βρίσκεται στην πρώτη θέση σε ότι αφορά τους προορισμούς των ελληνικών εξαγώγιμων προϊόντων. Ακολουθούν η Ιταλία, η Γερμανία, η Βουλγαρία, η Κύπρος και στην 6η θέση είναι το Γιβραλτάρ.

Πιο αναλυτικά, οι εξαγωγές της Ελλάδας προς την Ε.Ε. (27) εμφανίζουν οριακή μείωση (-0,7%) και συμπεριλαμβανομένων των πετρελαιοειδών καταλαμβάνουν το 44,5% των συνολικών εξαγωγών. Πτωτική πορεία καταγράφεται για τις εξαγωγές προς τη Β. Αμερική κατά -15%, προς τις Άλλες Αναπτυγμένες Χώρες (-3,3%), προς τις υπόλοιπες χώρες του ΟΟΣΑ (Ισλανδία, Νορβηγία, Ελβετία, Τουρκία, -2,4%) και προς την Ινδία (-4,1%).

Μεγάλης έκτασης μειώσεις παρατηρούνται στα μεγέθη των εξαγωγών προς την Κίνα κατά -50,4% και προς τη Λατινική Αμερική (-70,4%) κυρίως λόγω μεγάλης μείωσης των εξαγωγών προς Βραζιλία.

Αντίθετα, αύξηση καταγράφεται στις εξαγωγές προς τα Βαλκάνια κατά 9,4%, προς την Κοινοπολιτεία Ανεξαρτήτων Κρατών (ΚΑΚ) (5,5%), προς τη Μ. Ανατολή & Β. Αφρική (6,1%), προς τις Χώρες Αφρικής (εκτός Β. Αφρικής) (37,6%) και προς τη ΝΑ Ασία κατά 5,9%.

Με βάση τα προσωρινά στοιχεία του τριμήνου Ιανουαρίου-Μαρτίου 2014 κατά μεγάλες κατηγορίες προϊόντων, η μείωση των ελληνικών εξαγωγών οφείλεται στη σημαντική υποχώρηση των εξαγωγών αγροτικών προϊόντων κατά -15,5% και στη μικρότερη μείωση κατά -2% των εξαγωγών καυσίμων. Ουσιαστικά αμετάβλητες έμειναν οι εξαγωγές βιομηχανικών προϊόντων, που αποτελούν πλέον το 38,1% του συνόλου των ελληνικών εξαγωγών και αυτές των πρώτων υλών, ενώ αύξηση (8,1%) καταγράφεται για τη χαμηλή σε αξία εξαγωγών κατηγορία είδη και συναλλαγές μη ταξινομημένες κατά κατηγορίες.

Αναλυτικότερα, όσον αφορά στα αγροτικά προϊόντα, η μείωση (-15,5%) των εξαγωγών, σε 1.020,5 εκ.€ από 1.207,4 εκ.€, οφείλεται στην πολύ μεγάλη συρρίκνωση των εξαγωγών της υποκατηγορίας «λάδια & λίπη ζωικής ή φυτικής προέλευσης» κατά -74,2% (σε 68,2 εκ.€ από 264,3 εκ.€). Η σημαντικότερη υποκατηγορία «τρόφιμα και ζώα ζωντανά» εμφανίζει οριακή αύξηση κατά 1,1% και απορροφά το περίπου 85% των εξαγωγών αγροτικών προϊόντων και το 13,5% των συνολικών ελληνικών εξαγωγών, με την αξία τους να διαμορφώνεται σε 848,1 εκ.€ από 839,2 εκ.€. Τέλος, ουσιαστικά στάσιμες παρουσιάζονται οι εξαγωγές της έτερης υποκατηγορίας «ποτά και καπνός» στα 104,1 εκ.€ από 103,9 εκ.€.

Οι εξαγωγές βιομηχανικών προϊόντων σημείωσαν οριακή άνοδο 0,9% με την αξία τους να ανέρχεται σε 2.395,4 εκ.€ από 2.375 εκ.€ στο πρώτο τρίμηνο του 2013. Αυξημένες εμφανίζονται οι εξαγωγές δύο εκ των υποκατηγοριών και συγκεκριμένα, τα «χημικά προϊόντα & συναφή (μ.α.κ.)» τα οποία ανήλθαν σε 643,4 εκ.€ από 590 εκ.€. (+9%) και τα «διάφορα βιομηχανικά είδη» σε 407,7 εκ.€ από 385,8 εκ.€. (+5,7%).

Η σημαντικότερη υποκατηγορία «βιομηχανικά είδη ταξινομημένα κατά πρώτη ύλη» εμφανίζει μείωση κατά -3,8% (σε 876,7 εκ.€ από 911,7 εκ.€), όπως και αυτη των «μηχανημάτων & υλικού μεταφορών» κατά -4,1% (σε 467,7 εκ.€ από 487,5 εκ.€).

Ως προς τις υπόλοιπες μεγάλες κατηγορίες προϊόντων ελαφρά μειωμένες ήταν οι εξαγωγές καυσίμων κατά -2% (σε 2.471 εκ.€ από 2.521,1 εκ.€), οι οποίες και για το πρώτο τρίμηνο του 2014, παραμένουν η πρώτη κατηγορία προϊόντων στις ελληνικές εξαγωγές. Οι εξαγωγές των πρώτων υλών εμφανίζουν οριακή μείωση-στασιμότητα κατά -0,4% (σε 257,1 εκ.€ από 258,1 εκ.€). Αντίθετα οι χαμηλές σε αξία εξαγωγές της κατηγορίας «είδη και συναλλαγές μη ταξινομημένα κατά κατηγορίες» αυξήθηκαν κατά 8,1% (σε 138,7 εκ.€ από 128,4 εκ.€).

Όσον αφορά στις εισαγωγές, η μείωση κατά -1,1% (από 11.670,7 εκ.€ σε 11.547,9 εκ.€) στο τρίμηνο Ιανουάριος-Μάρτιος του 2014 σε σχέση με το αντίστοιχο του 2013, οφείλεται στη μείωση των εισαγωγών σχεδόν όλων των κατηγοριών προϊόντων, με μοναδική εξαίρεση των βιομηχανικών προϊόντων που αποτελούσαν στο εξεταζόμενο τρίμηνο Ιανουαρίου-Μαρτίου 2014 το 53% του συνόλου των ελληνικών εισαγωγών και εξακολουθούν να είναι η σημαντικότερη κατηγορία εισαγωγών, οι οποίες αυξήθηκαν σημαντικά κατά 13,6%  (σε 6.116,4 εκ.€ από 5.382,3 εκ.€). Αυξημένες ακόμη εμφανίζονται και οι εισαγωγές της χαμηλής σε αξία κατηγορίας «είδη και συναλλαγές μη ταξινομημένα κατά κατηγορίες» (στα 2 εκ.€ από 1,2 εκ.€).

Πιο αναλυτικά για τα βιομηχανικά προϊόντα, η αύξηση των εισαγωγών προκύπτει από τη μεγάλη άνοδο της υποκατηγορίας «μηχανήματα & υλικό μεταφορών» κατά 36% (σε 2.318 εκ.€ από 1.703,8 εκ.€), ενώ άλλες δύο υποκατηγορίες έχουν ανοδικές τάσεις: τα «χημικά προϊόντα & συναφή (μ.α.κ.)» κατά 3,5% (σε 1.669,6 εκ.€ από 1.613,2 εκ.€) και τα «διάφορα βιομηχανικά είδη» κατά 6,8% (σε 1.050,7 εκ.€ από 983,5 εκ.€). Αντίθετα, οριακά μειωμένες ήταν οι εισαγωγές της υποκατηγορίας «βιομηχανικά είδη ταξινομημένα κατά πρώτη ύλη» κατά -0,3% (σε 1.078 εκ.€ από 1.081,8 εκ.€).

Η μεγαλύτερη μείωση εισαγωγών παρατηρείται στην κατηγορία των καυσίμων κατά -17,3% (σε 3.821,4 εκ.€ από 4.620,6 εκ.€), οι οποίες όμως διατηρούν σε υψηλό επίπεδο (αν και σαφώς μειωμένο) το ποσοστό συμμετοχής τους στο σύνολο των ελληνικών εισαγωγών (από 39,6% σε 33,1% στο εξεταζόμενο διάστημα).

Οι εισαγωγές της κατηγορίας «πρώτες ύλες», είχαν επίσης σημαντική μείωση κατά -10%, στα 289,8 εκ.€ από 322,1 εκ.€, ενώ το μερίδιό τους στο σύνολο των ελληνικών εισαγωγών έπεσε στο 2,5%.

Οι εισαγωγές αγροτικών προϊόντων μειώθηκαν κατά -1,9%. Η μείωση αυτή οφείλεται στη συρρίκνωση των εισαγωγών της σημαντικότερης υποκατηγορίας αγροτικών προϊόντων, αυτής των «τροφίμων & ζώων ζωντανών» κατά -1,3% (σε 1.164,8 εκ.€ από 1.180,7 εκ.€). Μεγαλύτερη ποσοστιαία μείωση εμφανίζουν οι εισαγωγές για την υποκατηγορία «ποτά και καπνός» κατά -12,1% (σε 88,6 εκ.€ από 100,8 εκ.€), ενώ για την υποκατηγορία «λάδια και λίπη ζωικής ή φυτικής προέλευσης» εμφανίζεται μικρή αύξηση των εισαγωγών της τάξης του 3% (σε 64,9 εκ.€ από 63 εκ.€).


Δημοσίευση σχολίου Blogger

 
Top